Είναι κάποιες φορές που θέλω να βγω και να γονατίσω πάνω στις κάθετες άσπρες γραμμές του εθνικού δρόμου.
Ενός φρέσκου, ασφαλτοστρωμένου, αυτοκινητόδρομου,
ανάμεσα σε αιφνιδιασμένα κορναρίσματα και σπινιαρίσματα που στριγκλίζουν.
Σ αυτό το δείγμα του οδικού πολιτισμού.
Ολόγυμνη.
Με τους ώμους κυρτούς και το κεφάλι βυθισμένο στο έδαφος.
Γυμνή όχι για να το ποστάρω στο ινσταγκραμ που θα μείνει αμετακίνητο.
Όχι για να γίνω φυλλάδιο εκπτωτικό στα κοινωνικά δίκτυα τα αδικτύωτα.
Αλλά αποκαμωμένη απο τα βάρη του κόσμου
απο την βαθιά πληγωτική αδικία
σαν μια παράδοση σαν μια εγκατάλειψη του εκτεθειμένου εαυτού μου του ανυπεράσπιστου
απέναντι στην ανθρώπινη αλητεία.
Σαν να λέω παραδίνομαι.
Και με αυτό τον τρόπο να σταματήσω την άνευ όρων παράδοση.
Μέσα στις φλέβες μου κυλάει το ίδιο αίμα με αυτό των καθαρμάτων. Και μπορώ να γίνω κι εγώ κάθαρμα.
Ίσως και να μαι.
Να βγω γυμνή, παραδομένη αλύτρωτη, να λυτρωθώ.
Αλλά ποιό το νόημα.Το γυμνό ήδη έχει ενοχοποιηθεί.
Έχασε την κραυγή του. Τον θρήνο του
.Κι εγώ αν γυμνωθώ θα μοιάζω ακόμη πιο ντυμένη. Θα μοιάζω με τους άλλους.
Κι όμως πονάω.Είμαι βλάκας; Ανόητη;
Να βγω γυμνή για τον πόλεμο, τους βιασμούς και τους τσακωμούς, τις αδικίες, τα παιδιά που σκοτώνονται... τα καταδικασμένα παιδιά που γεννιούνται, .... τα παιδιά που πιάνουν όπλα, τα παιδιά που δέρνονται απο τους γονείς τους, τα παιδιά που ξυλοφορτωνουν τις μάνες τους, τις μάνες που πνίγουν τα νεογέννητα, τους δολοφονημένους αθώους που χτίζονται απο τους δολοφόνους τους για δυο τσαλακωμένα χαρτονομίσματα, τον πεινασμένο που δολοφονεί γιατί δεν του μεινε δράμια ψυχή να τον ζεστάνει απο την αδικία, για τα μωρά που κλαίνε, για τα μωρά που δεν γελάνε, τους κακοποιημένους γέρους, τις ματωμένες δακρυσμένες γριές που χάσαν τα παιδιά τους και την παιδική τους ηλικία..
να βγω γυμνή αλλά γιατί;
Αφού είμαι εδώ και χρόνια.Και ανυπεράσπιστη και γυμνή. Και μόνη μέσα στους μοναχικούς.
Το βράδυ κλειδώνω την πόρτα και αφήνω μέσα στο σπίτι μου τον φόβο.
Ευτυχώς είμαι καλά εγώ. Ακόμη ντυμένη. Πάνοπλη και φοβισμένη.
Να αδικώ την ίδια ώρα που είμαι αδικημένη.
Ζωή Κυροπούλου.